Γράφει το μέλος μας, Κυριάκος Αλέξιος Εφραίμ Γατουρτζίδης, φοιτητής Νομικής Δ.Π.Θ.

Με τον Κανονισμό (ΕΕ) 679/2016 (εφεξής “Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων” ή “GDPR”) κατοχυρώνεται μεταξύ άλλων ένα θεμελιώδες δικαίωμα κάθε Ευρωπαίου πολίτη – απόρροια του δικαιώματός του στην προσωπικότητα συν τοις άλλοις – το δικαίωμα στη λήθη (άρθρο 17 GDPR). Έκφανση του παραπάνω δικαιώματος είναι το δικαίωμα των προσώπων να ζητήσουν τη διαγραφή των προσωπικών τους δεδομένων που είναι αναρτημένα στο Διαδίκτυο. Σε αυτή την περίπτωση, ο Υπεύθυνος Επεξεργασίας, δηλαδή η εκάστοτε εταιρεία που έχει προχωρήσει στην ανάρτηση των δεδομένων, δεν διαθέτει πλέον νόμιμο λόγο επεξεργασίας των εν λόγω προσωπικών δεδομένων και οφείλει να προβεί στη διαγραφή τους.

Κατά τον Ι. Ιγγλεζάκη, το δικαίωµα στη λήθη νοείται ως το δικαίωµα εκείνο της άσκησης ελέγχου επί των προσωπικών δεδοµένων, εκλαμβανόμενο τόσο ως δικαίωµα αυτοκαθορισµού και αυτοδιαµόρφωσης όσο και ανασυγκρότησης της ατοµικής ταυτότητας, και εν ολίγοις πρόκειται για «το δικαίωµα να µη γίνεται αναφορά σε γεγονότα της ζωής (κάποιου) που αφορούν το παρελθόν (του) και δεν είναι πλέον επίκαιρα».

Σε συνταγματικό επίπεδο, επί υποθετική ελλείψει του GDPR , το δικαίωμα του άρθρου 17 θα θεμελιωνόταν με μια συστηματική ερμηνεία του Συντάγματος (στο εξής: Σ) που θα συνδύαζε τα άρθρα 5 Σ. (προσωπικότητα),  2 παρ. 1 Σ. (αξία), 9 παρ. 1 εδ. β Σ. (ιδιωτική ζωή) και 9Α Σ. (πληροφοριακή αυτοδιάθεση).

Ως δικαίωμα απαρτίζεται από δύο εκφάνσεις· στο θετικό του περιεχόμενο περιλαμβάνεται το δικαίωμα καθενός να διαθέτει τον έλεγχο της μνήμης του παρελθόντος του, και στο αρνητικό την απαγόρευση σε τρίτους να μετέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο τα προσωπικά δεδομένα του ατόμου αυτού, αντιτιθέμενοι στην βούλησή του. Τον ίδιο σκοπό σε γενικό πλαίσιο εξυπηρετεί και το άρθρο 7 ΧΘΔΕΕ (ιδιωτικός βίος) συνδυαστικά με το άρθρο 8 ΧΘΔΕΕ (προσωπικά δεδομένα).

Συγκεκριμένα, όμως, το δικαίωμα στην ψηφιακή λήθη διακρίνεται από ένα ευρύτερο πεδίο εφαρµογής σχετικά με το κλασικό δικαίωµα στη λήθη (droit à l’ oubli), επειδή δεν αφορά αποκλειστικά σε γεγονότα του παρελθόντος για τα οποία υπάρχει έλλειψη ενδιαφέροντος του κοινού, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις όπως την παράνοµη επεξεργασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. Το δικαίωμα στη ψηφιακή λήθη επιμερίζεται, λοιπόν, σε δικαίωμα διαγραφής προσωπικών δεδομένων από το διαδίκτυο ((right to delete/erasure) και σε δικαίωμα στη λήθη stricto sensu (right to oblivion) που αφορά στην αδικαιολόγητη διατήρηση προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο για μεγάλο διάστημα.

Νομολογιακή αναδρομή

Σε διακρατικό επίπεδο, εντός ΕΣΔΑ, σε μια από τις πρώτες σχετικές με το θέμα αποφάσεις του το ΕΔΔΑ διέταξε ως οιονεί μορφή αποζημίωσης τον διαχειριστή ιστοσελίδας να προσθέσει εκ των υστέρων ερμηνευτικό σχόλιο για την αθώωση του κατηγορουμένου του οποίου και η περίπτωση αναλυόταν στην παραπάνω ιστοσελίδα (ΕΔΔΑ, Wegrzynowski and Smolczewski κατά Πολωνίας).

Σε αμιγώς ενωσιακό επίπεδο μια από τις πρώτες ευθέως αναφερόμενες στο δικαίωμα της λήθης και άρα της διαγραφής αποφάσεις αποτέλεσε το διατακτικό πόρισμα του ΔΕΕ με το οποίο και αναγνώρισε το δικαίωμα του ατόμου να ζητά από τους φορείς οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες μηχανών αναζήτησης τη διαγραφή των αποτελεσμάτων τα οποία εμφανίζουν προσωπικά δεδομένα που τους αφορούν (ΔΕΕ, η Google Spain SL και Google Inc κατά Agencia Espanola de Proteccion de Datos).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, κρίθηκε, στο Βέλγιο, παράνομη η προβολή στα ΜΜΕ και η αναθέρμανση ενός εγκλήματος για το οποίο ο δράστης αφού εξέτισε την ποινή του αποφυλακιζόταν, δεδομένου ότι έτσι ο ίδιος στιγματιζόταν αναιτιολόγητα παραβιαζομένων των προσωπικών του δεδομένων (Graux H./Ausloos J./Valcke P., The Right to be Forgotten in the Internet Era).

Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας έκρινε ότι η συμπερίληψη στοιχείων του -καταδικασθέντος- εγκληματία σε ντοκιμαντέρ που συντείνουν στην ταυτοποίησή του διαπομπεύοντάς τον τρόπον τινά μέσω αυτού του προγράμματος, παραβιάζει τα προσωπικά του δεδομένα (BVerfGE 35.202 Federal Constitutional Court).

Παρεμφερή κατάληξη είχε και η επισφαλής σύνδεση -στην οποία προέβη ένας αρθρογράφος- ενός πρώην κατάδικου, ο οποίος είχε επανενταχθεί στην κοινωνία, με την τέλεση ενός νέου εγκλήματος από τον παλιό συνεργάτη αυτού. Το δικαστήριο της Ελβετίας διαπίστωσε εν τέλει ότι εφόσον ούτε δικαιολογείται από ειδικές περιστάσεις αλλά ούτε και εξυπηρετείται ουσιαστικά η προστασία του κοινωνικού συνόλου, η αναφορά του ονόματος στο άρθρο του συγκεκριμένου δράστη, παραβίαζε τα προσωπικά του δεδομένα.

Επί του θέματος έχει αποφανθεί και το ΕΔΔΑ κρίνοντας ότι η μακροχρόνια τήρηση φακέλων παλαιών αντιφρονούντων του Ψυχρού Πολέμου παραβίαζε το δικαίωμά τους στην λήθη, διότι τέτοια αρχεία δεν δικαιολογείτο να διατηρούνται για ουδέναν λόγο (ΕΔΔΑ, Segerstedt-Wiberg and others v. Sweden). Αντιθέτως, εάν παρίσταται δικαιολογημένο ενδιαφέρον του κοινού προς πληροφόρηση, στο πλαίσιο μιας πρακτικής εναρμόνισης και άρσης της σύγκρουσης των αντικειμένων δικαιωμάτων, το δικαίωμα στη λήθη υπό προϋποθέσεις υποχωρεί (ΕΔΔΑ, Österreichischer Rundfunk v. Austria).

Στον Αμερικανικό χώρο μολονότι εκεί πρώτα υπήρξε μια αρχική αναφορά στο δικαίωμα στη λήθη, με το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ το 1989 μόλις, να καταφαίνεται ότι τελικά υφίσταται ιδιωτικό συμφέρον για την διασφάλιση του «πρακτικά αδιόρατου» επί συγκεκριμένων προσωπικών πληροφοριών που κατά τα άλλα δύναται να είναι διαθέσιμες στο κοινό (DOJ κατά Reporters Committee for a Free Press), γενικά το εκεί Σ. θέτοντας -κάπως- σε ιδιαιτέρως περίοπτη θέση το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, κατά μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτό έχει ως κατάληξη να μένει εν μέρει ανενεργό το δικαίωμα στη λήθη. Στις περισσότερες περιπτώσεις παραβίαση των προσωπικών δεδομένων των πολιτών λογικά θα δικαιολογηθεί ως συμφέρον στην πληροφόρηση του κοινού (Supreme Court, Cox Broadcasting Corp. v. Cohn).

Εξαιρέσεις

Το δικαίωμα στη λήθη δεν είναι απόλυτο και μη επιδεχόμενο περιορισμών και εξαιρέσεων. Έτσι από το πεδίο προστασίας των προσωπικών δεδομένων μέσω του GDPR εκφεύγουν όσα πράγματι έρχονται σε σύγκρουση με την άσκηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος των πολιτών στην ενημέρωση. Το τελευταίο ουδόλως συνίσταται σε απλή «περιέργεια» του κοινού, αλλά σε πληροφόρηση η έλλειψη της οποίας ουσιωδώς θα επηρέαζε τη ζωή των πολιτών.

Δεύτερη εξαίρεση αποτελεί το ότι η επεξεργασία σε κάθε περίπτωση θα κρίνεται απαραίτητη όχι μόνο για τη συμμόρφωση του Υπευθύνου Επεξεργασίας με προηγούμενη έννομή του υποχρέωση, αλλά και για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή και κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί ως τέτοια στον υπεύθυνο επεξεργασίας.

Εξαίρεση θα λογίζεται και πάλι το δημόσιο συμφέρον υπό το πρίσμα τώρα της «δημόσιας υγείας» τιθεμένων, ωστόσο, κατάλληλων εγγυήσεων για την μεγαλύτερη δυνατή κατά περίπτωση προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε ατόμου. Εξίσου, εξαίρεση θα λογίζονται και οι σκοποί αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον αλλά και σκοποί επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή και στατιστικοί σκοποί.

Παρέκκλιση επιτρέπεται και προς θεμελίωση, άσκηση ή/και υποστήριξη νομικών αξιώσεων, είτε σε δικαστική διαδικασία είτε σε διοικητική είτε και σε τυχόν εξωδικαστική διαδικασία ή και όταν τα δικαστήρια ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους ιδιότητα.

Επίλογος

Αναλύοντας συνοπτικά έστω την ιδεολογία του άρθρου 17 του Γενικού Κανονισμού αναδύεται ως συμπέρασμα η παραδοχή ότι τα προσωπικά δεδομένα πλέον μπορούν να διασφαλίζονται επαρκώς και αξιοπρεπώς, ενώ οποιεσδήποτε τιθέμενες εξαιρέσεις έχουν στον πυρήνα τους το δημόσιο συμφέρον που -αν και με φειδώ και προσοχή θα πρέπει να διαπιστώνεται από τα Δικαστήρια και τις Εθνικές Αρχές- δικαιολογεί ανέκαθεν διαφόρους περιορισμούς σε επιμέρους ανθρώπινα δικαιώματα.

Πηγές

Ιγγλεζάκης Ι., Το δικαίωµα στην ψηφιακή λήθη και οι περιορισµοί του, εκδόσεις Σάκκουλα (2014).

Καράκωστας Ι., Το Δίκαιο των Μ.Μ.Ε., εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα (2005).

 

Παναγοπούλου – Κουτνατζή Φ., Η ελευθερία του τύπου και η προστασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ΔiΜΕΕ 2016.39-48.

Μάνεσης Α., Συνταγµατικά Δικαιώµατα – Ατοµικές Ελευθερίες, εκδόσεις Σάκκουλα (1982).

Εγχειρίδιο σχετικά µε την ευρωπαϊκή νοµοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων που εκπονήθηκε από τον Οργανισµό Θεµελιωδών Δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Συµβούλιο της Ευρώπης, σε συνεργασία µε τη Γραµµατεία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωµάτων του Ανθρώπου (2014), διαθέσιµο στην ηλ. διεύθυνση <http://fra.europa.eu/en/publication/2014/handbookeuropean-data-protection-law>.